Η Παναγία μας

Η  Παναγία του χωριού μας

Πριν διακόσια και πλέον χρόνια (με βάση πάντοτε την προφορική παράδοση που μεταδίδεται  από γενιά σε γενιά) κάποιος βοσκός από το γειτονικό χωριό Πελένδρι, ενώ έβοσκε τα ζώα του, στα βουνά, στο μέσο περίπου των δύο χωριών και στην περιοχή «Δέηση» έχασε μιαν κατσίκα του και μέχρι να τη βρει βράδιασε.  Εκεί που μάταια έψαχνε για την ανεύρεση του ζώου πρόσεξε σε ένα θάμνο μιαν λάμψη σαν αστραπή να ενώνει την γη με τα σύννεφα. Έφυγε τρομαγμένος και όλη τη βραδιά δεν έκλεισε μάτι από την ταραχή που του δημιούργησε το θαυμαστό γεγονός που είδε.
Δεν ανέφερε τίποτα σε κανένα μέχρι να ξημερώσει για να πάει να ψάξει να δει τι συμβαίνει. Πίστεψε πραγματικά ότι κάτι το μυστηριώδες συνέβαινε.

Ο βοσκός βρήκε την Αγία Εικόνα

Την επομένη πολύ πρωί, με τις κατσίκες του, έφθασε στο μέρος που επεσήμανε και άρχισε να κόβει με το τσεκούρι του κλαδιά να ξεσκεπάζει το έδαφος. Τότε προς μεγάλη του έκπληξη είδε μιαν εικόνα της Θεοτόκου στο μέσο μεγάλων βράχων που την σκέπαζαν όχι μόνο από τον ήλιο αλλά και από τις βροχές και τα χιόνια. Λες και κάποιος τεχνίτης είχε τοποθετήσει έτσι τους βράχους, σαν προστασία του ιερού κειμηλίου. Ο βοσκός από ευλάβεια δεν άγγιξε την εικόνα, αλλά έτρεξε στο χωριό. Μάντρισε τις κατσίκες του και μετέφερε την χαρμόσυνη είδηση στους ιερείς. Σαν αστραπή μετεδόθη το γεγονός. Άρχισαν οι κωδωνοκρουσίες και οι ιερείς με τα Εξαπτέρυγα, τον Σταυρό και τα φανάρια ακολουθούμενοι από πλήθος λαού μετέβησαν στην περιοχή με χαρά και ιερό ενθουσιασμό έτοιμοι να μεταφέρουν την Άγια Εικόνα στο Πελένδρι. Όταν πλησίασαν στο μέρος εκείνο, συννέφιασε απότομα ο Ουρανός σημάδι πως σε λίγο θα ερχόταν νεροποντή. Οι απλοϊκοί άνθρωποι θεώρησαν το πράγμα σαν συνηθισμένο φαινόμενο και ούτε που το σχολίασαν.
Έφθασαν στο μέρος όπου κρυβόταν ο ατίμητος θησαυρός και αφού προσευχήθηκαν και προσκύνησαν την Άγια Εικόνα την πήραν στα χέρια να αναχωρήσουν. Αμέσως άρχισαν αστραπές, βροντές και ξέσπασε θύελλα, χαλάζι και βροχή δυνατή προς το δυτικό μέρος όπου θα πήγαιναν. Προς ανατολάς δε που είναι το χωριό μας, όχι μόνο δεν έβρεχε, αλλά ούτε καν σύννεφα υπήρχαν.
Τότε όλοι με ένα στόμα είπαν πως δεν θέλει η Παναγία να μεταφερθεί η εικόνα της στο Πελένδρι. Τοποθέτησαν με πόνο και με φόβο συνάμα τον θησαυρό εκεί που βρισκόταν και αναχώρησαν θλιμμένοι στο χωριό τους. Αμέσως η θύελλα σταμάτησε ολότελα. Πέρασαν τρεις μέρες με παρακλήσεις και δεήσεις για να τους χαρίσει η Μεγαλόχαρη την Άγιά της Εικόνα.
Αποφάσισαν να ξαναδοκιμάσουν νομιζόμενοι πως ο Κύριος εισάκουσε τις δεήσεις τους. Ξεκίνησαν τότε με πομπή προς την «Δέηση», όπου βρισκόταν η Εικόνα, αλλά πριν πλησιάσουν το μέρος εκείνο, σφοδρότερη κακοκαιρία από τη πρώτη άρχισε και τότε εγκατέλειψαν το σκοπό τους.  

Η Θεία Εικόνα μεταφέρετε στη Ποταμίτισσα

Διαδόθηκε τότε η είδηση και πήγαν από τη Ποταμίτισσα ο ιερέας και οι λίγοι τότε κάτοικοι του χωριού στην «Δέηση». Βρήκαν την Εικόνα της Θεομήτορος, προσευχήθηκαν, προσκύνησαν και μετέφεραν με χαρά και ιερά συναισθήματα την Άγια Εικόνα που μέχρι σήμερα κοσμεί το δεξιό θρονί στο εικονοστάσι της εκκλησίας μας.
 
Το κτίσιμο της Εκκλησίας

Οι Ποταμίτες προς τιμήν της Θεοτόκου που αυτή πρώτη τους τίμησε με την Αγία Εικόνα Της, αποφάσισαν να κτίσουν εκκλησία γιατί μέχρι τότε οι λιγοστοί κάτοικοι του χωριού είχαν μια πρόχειρη. Άνοιξαν θεμέλια έναντι του χωριού, νοτιοανατολικά, στην τοποθεσία χωράφια και άρχισαν το κτίσιμο. Συναντούσαν πολλές δυσκολίες και όταν έφτασαν σε ένα ορισμένο σημείο, το κατασκεύασμα χάλασε εκ θεμελίων. 
Τι να συνέβη άραγε; Ποιος ασεβής χάλασε, ότι κτίστηκε με τόσο κόπο; Ξανάχτισαν πάλι τον γκρεμισμένο τοίχο και την επαύριον τον βρήκαν ξανά χαλασμένο. Με το χάλασμα των τοίχων και με άλλες απροσδόκητες δυσκολίες που παρουσιάστηκαν αντελήφθησαν, ότι η θέση που επέλεξαν για το κτίσιμο εκκλησίας, δεν ήταν αρεστή στην Θεοτόκο.
Κατόπιν προβληματισμού και σιωπηρής προσευχής ο διευθύνων το έργο αναφώνησε ενώπιων όλων: «Παναγία μου, εάν δεν είναι θέλημα Σου να κτιστεί η Εκκλησία εδώ, φανέρωσε μου δια θαύματος το μέρος που επιθυμείς.» Θα ρίξω το μυστρί μου με δύναμη σε όλες τις κατευθύνσεις και φανέρωσε μου εσύ Μεγαλόχαρη που επιθυμείς να κτιστεί η Εκκλησία.» Έκανε το Σταυρό του και έριχνε το μυστρί σε διάφορες κατευθύνσεις και έπεφτε κανονικά σύμφωνα με το βάρος και την δύναμη που το έριχνε. Το έριξε και προς την κατεύθυνση του χωριού και σαν να είχε φτερά πέταξε περί τα 200 μέτρα, πέρασε αντίπερα του ποταμού και έπεσε σε ένα βάτο. 
Έμειναν όλοι έκπληκτοι μπροστά στο θαυμάσιο γεγονός. Πείστηκαν λοιπόν πως θέλημα της Παναγίας ήταν να κτιστεί εκεί η Εκκλησία. Έκοψαν τον βάτο, πήραν το μυστρί και σχεδίασαν εκεί την Εκκλησία όπου όλα πήγαιναν μια χαρά μέχρι την αποπεράτωση της. Ήταν μια στενόμακρη Εκκλησία εκεί που βρίσκεται σήμερα η καινούρια.
Το 1925 περίπου θεμελίωσαν την νέα Εκκλησία γύρω, γύρω της παλιάς και έτσι δεν άλλαξαν την θέση που διάλεξε η Μεγαλόχαρη. Την Εκκλησία μας την έχουμε αφιερώσει στην Γέννηση της Θεοτόκου.
Στην Εικόνα πάνω ψιλά είναι γραμμένο το όνομα Παναγία η Ελεούσα και πραγματικά το έλεος και την χάρη της σκορπά όχι μόνο στους κάτοικους του χωριού, αλλά σε όλη την Πιτσιλιά και σε όλο τον κόσμο. Όλοι όμως οι κάτοικοι των γύρω χωριών την ξέρουν Παναγία η Ποταμίτισσα. Και αυτό όχι μόνο ένεκα του χωριού, αλλά και για το γεγονός, ότι ο ποταμός που διασχίζει το χωριό αγκαλιάζει την εκκλησία από τις τρεις πλευρές. Την βόρια, την ανατολική και την νότια. Βρίσκεται δε σε ύψος 25 μέτρα πάνω από τον ποταμό.
Τις πλείστες Κυριακές και μεγάλες γιορτές επισκέπτονται προσκυνητές από τα γειτονικά χωριά την εκκλησία με λαμπάδες που ανάβουν στην Αγία Εικόνα, άλλοι να την ευχαριστήσουν για τις δωρεές της και άλλοι να κάμουν παράκληση για τον άρρωστο τους. 
Στα παλαιότερα χρόνια και μέχρι το ήμισυ του εικοστού αιώνα, ακόμα που οι γυναίκες γεννούσαν στα σπίτια τους με την βοήθεια της «γριας μαμμούς» οι έγκυες των γύρω χωριών κατέφευγαν στην χάρη της Παναγίας της Ποταμίτισσας να τις βοηθήσει και να προστατέψει την γέννα τους, κάνοντας τάμα μια λαμπάδα και ένα μαντήλι «βλοτσιαστόν» που φορούσαν τότε οι γυναίκες.
Από τα δέκα γειτονικά χωριά έτρεχαν οι γυναίκες με τα βρέφη στην αγκάλη να ευχαριστήσουν την Παναγία, ανάβοντας τις λαμπάδες που έφερναν και κρεμάζοντας τα μαντήλια πάνω στην εικόνα. Μετά την λειτουργία δεν χόρταιναν να μιλούν για την χάρη της που θαυματουργικά τις βοήθησε και τις έσωσε από τους κινδύνους του τοκετού.
Αν κρίνουμε από το γεγονός ότι πολλές γυναίκες γέννησαν μέσα στα περιβόλια μόνες, χωρίς την ελάχιστη βοήθεια, ή με την βοήθεια κάποιας άπειρης χωριανής, τότε θα πιστέψουμε πως μόνο ο θεός δια πρεσβειών της Θεοτόκου της έσωζε.
Τα δώρα των πιστών τα «βλοτσιαστά» μαντήλια τα πωλούσαν λίγα λίγα με δημοπρασία στην αυλή της εκκλησίας κατά διάφορα χρονικά διαστήματα. Και έτσι οι γυναίκες του χωριού έβαζαν στο κεφάλι τους τα πιο εκλεκτά μαντήλια.
Από τότε που βρέθηκε η εικόνα κάθε χρόνο την Τρίτη της Λαμπράς πολύ πρωί με την εικόνα στα χέρια, με φανάρια και Εξαπτέρυγα όλο το χωριό και πλείστοι από τις Δύμες έβγαιναν στην «Δέηση», εκεί που βρέθηκε η εικόνα έκαναν παράκληση και στην επιστροφή ερχόντουσαν από τις Δύμες, όπου στην τοποθεσία «Κληματούδια» πλησίον του χωριού, έκαναν δεύτερη παράκληση για τις Δύμες και άλλη όταν έφταναν στο χωριό μας. Έμπαιναν κατόπιν στην εκκλησία και ετελείτο η Θεία Λειτουργία με συμμετοχή πολλών κατοίκων από τα γύρω χωριά της Πιτσιλιάς. Την Τρίτη της Λαμπράς είναι η καθιερωμένη πανήγυρη του χωριού μας. (Το ωραίο αυτό έθιμο της μεταφοράς της Θείας Εικόνας στην «Δέηση» δυστυχώς εγκαταλείφθηκε περίπου το 1932.)